Ένα μικρό αφιέρωμα
Πέθανε τα ξημερώματα της Τρίτης, σε ηλικία 78 ετών. Σημαντική καλλιτέχνιδα της Αριστεράς, γνωστή για τη συνέπεια και την πολιτική άποψή της, η Δημητρίου διέπρεψε στο χώρο του ντοκιμαντέρ.
Η Αλίντα Δημητρίου από το 1977 ως το 1994 έκανε περισσότερα από 50 ντοκιμαντέρ για την τηλεόραση και το Υπουργείο Πολιτισμού (π.χ. Το Θέατρο στο βουνό, Ανθρώπινα Δικαιώματα (10 ημίωρα), Γυναίκες (6 ημίωρα).
Από το 1994 -2003 ασχολήθηκε με το βιομηχανικό ντοκιμαντέρ κάνοντας 15 ταινίες για τη ΔΕΗ. Το 2008 ξεκίνησε την τριλογία για τη συμμετοχή των γυναικών στους πολιτικούς αγώνες με τα ντοκιμαντέρ:
2008: Πουλιά στο βάλτο (104 min.) – (Κατοχή)
Έχει τιμηθεί με εφτά βραβεία και από μια κόπια βρίσκεται στα Γενικά Αρχεία της Σόφιας, στα ΓΑΚ της Σπάρτης, στα ΓΑΚ του Ναυπλίου.
2009: Η ζωή στους βράχους (100 min.) – (Δημ. Στρατός & Εξορία)
Έχει τιμηθεί με ένα βραβείο
2011: Τα κορίτσια της βροχής (120 min.) – (Επταετία).
*************
Μια συνέντευξή της στην Αυγή και τον Κ. Τερζή από τις 15/11/2009
Αλίντα Δημητρίου: Αριστερά, γυναίκα, κινηματογράφος
Εδώ και πολλά χρόνια η Αλίντα Δημητρίου (γενν. το 1933), με μακρά θητεία στο ντοκιμαντέρ, είχε στο μυαλό της να γυρίσει μια ταινία για τη δεκαετία του '40: «Ξεκίνησα χωρίς κανένα σχέδιο, 'σενάριο', όπως λένε, και μάλιστα με επώνυμους από εκείνη την εποχή. Στον δρόμο μπερδεύτηκα... Τι δουλειά έχω εγώ με τους επώνυμους; Έτσι βρήκα τις γυναίκες εκείνες που έφτιαξαν Ιστορία. Όλες εκείνες που περπατάνε πλάι μας στις πλατείες, στην αγορά, στα μανάβικα και δεν έχουμε ιδέα για ό,τι έκαναν -και αυτό γιατί ποτέ δεν ζήτησαν τίποτα... Και ας έχουν ψυχικές διαταραχές, ας είναι μερικές κουφές, ας έχουν άλλες βόλια στο σώμα τους, ας βγάζουν έρπη όταν κάνουν αναμνηστικές εκδρομές. Μια από αυτές μου είπε: '...κοιμάμαι και ξυπνάω με τον θάνατο. Βλέπω στον ύπνο μου ότι με σκεπάζουν με χώμα'».
* Με δύο ταινίες σας τα τελευταία τέσσερα χρόνια, τα «Πουλιά στον βάλτο» και τη «Ζωή στους βράχους», για τις γυναίκες της Αντίστασης, του Εμφύλιου και της εξορίας, γυρισμένες χωρίς οικονομική ενίσχυση από πουθενά, δημιουργήσατε ένα μοναδικό φαινόμενο... Οι ταινίες προβάλλονται συνεχώς, σε λέσχες, σε φεστιβάλ, σε συνδικάτα, σε πολιτικές οργανώσεις, «κυκλοφορούν» και συζητιούνται στόμα με στόμα... Τι ακριβώς είναι αυτό το φαινόμενο κυρία Αλίντα; Και από πού ξεκίνησε;
Οι ταινίες πραγματικά κυκλοφορούν σε όλη την Ελλάδα. Σε εξήντα περίπου γωνιές της χώρας έχουν προβληθεί και το πιο σημαντικό είναι ότι προωθούνται από τους νέους. Βλέπουν τη στάση των Γυναικών εκείνης της εποχής, και την κάνουν πλατφόρμα δράσης για τις δικές τους ανάγκες, για τα δικά τους οράματα. Τον αγώνα αυτών των γυναικών τον κάνουν δική τους υπόθεση και έτσι προχωρούν οι ταινίες. Είναι το πιο αισιόδοξο μήνυμα. Όταν κάποιος νέος δει τις ταινίες το θεωρεί καθήκον του να τις προβάλει στο χώρο που δραστηροποιείται. Και αυτό μου θυμίζει τον Αλέκο Ξένο, συνθέτη της Αντίστασης, που έλεγε «γράφαμε εδώ ένα τραγούδι και στο επόμενο χωριό που πηγαίναμε το βρίσκαμε μπροστά μας».Η διανομή των ταινιών ξεκίνησε αμέσως μετά την προβολή στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ στη Θεσσαλονίκη. Μου ζητούσαν DVD για να τις προβάλλουν κάπου αλλού.
* «Αριστερά», «γυναίκα», «κινηματογράφος»: Τρεις έννοιες, τρεις άξονες στη δουλειά σας... Να τις αναλύσουμε λίγο; Για παράδειγμα, από ποια αριστερά έρχεστε εσείς κυρία Αλίντα; Και ποια είναι η αριστερά του μέλλοντός σας; Ποια αριστερά έχετε στο μυαλό σας και στην καρδιά σας;
Τι ποια αριστερά; Μία είναι η αριστερά. Η αριστερά που έχει στο ποινικό της μητρώο την Αντίσταση κατά των Γερμανών. Η αριστερά που μακελεύτηκε. Η αριστερά που πάνε να τη σβήσουν και αυτή εκεί ξαναπετιέται. Η αριστερά που οραματίζεται τα δικαιώματα του ανθρώπου. Η αριστερά που είναι πάντα παρούσα και συνιστά το αντίπαλο δέος στην αλαζονεία της εξουσίας.Με ρωτάτε από ποια αριστερά προέρχομαι. Προέρχομαι από μια αριστερά που γεμίζει τη ζωή του ανθρώπου με αξίες και οράματα. Με την αριστερά όχι μόνο οραματίζεσαι αλλά είσαι σίγουρος ότι ο αγώνας της θα οδηγήσει κάποτε -τα ιστορικά φαινόμενα δεν προσμετρώνται με τον βιολογικό χρόνο- στην αξιοπρεπή ύπαρξη του ανθρώπου, στην κατάργηση βίας σε άνθρωπο από άνθρωπο.
* Και για τη «γυναίκα»: στη δεκαετία του '40 η γυναίκα στην Ελλάδα βγαίνει στο προσκήνιο...
Συγκέντρωσα μαρτυρίες περίπου πενήντα Γυναικών διαφορετικής προέλευσης, ταξικής ή χωρικής... Όλες μα όλες οι Γυναίκες που συνάντησα θεωρούσαν πως ήταν καθαρή επιλογή τους ό,τι έκαναν, είχαν την ίδια επωδό «είμαστε έτοιμες και τώρα ακόμα, σ’ αυτή την ηλικία, να κάνουμε τα ίδια. Δεν μετανιώσαμε για τίποτα».Υπάρχουν πολλοί που θέλοντας να δώσουν μια κοινωνιολογική ερμηνεία στη συμμετοχή της γυναίκας τη δεκαετία του '40, στο πολιτικό-ιστορικό γίγνεσθαι, λένε ότι βγαίνοντας στον αγώνα η Γυναίκα έσπαγε τα δεσμά της πατριαρχίας. Και σας ερωτώ:Η καταπίεση και τα δεσμά του πατέρα-αφέντη ήταν πιο οδυνηρά από την επιλογή της παρανομίας, της ταλαιπωρίας στις εξορίες, τους βασανισμούς και τις εκτελέσεις;Η λέξη «απελευθέρωση» είναι ύπουλος χαρακτηρισμός που με πολλή ευφυία τον πέρασε η πατριαρχία για να κρύψει τις ενοχές της.
* Όποιος έχει δει τις ταινίες σας ξέρει ότι οι «γυναίκες σας» δεν είναι ούτε για «μνημόσυνο» ούτε για το «μουσείο», ξεφεύγουν ακόμη και από την απόπειρα του σημερινού θεατή να τις δει αγιογραφικά...
Κανένας άνθρωπος δεν είναι για μνημόσυνο ή για μουσείο ή για αγιογραφία εφόσον δρα. Και οι γυναίκες αυτές, ακόμα και σ’ αυτή την ηλικία δρουν και θα δρουν και μετά τον θάνατό τους, με αυτό που αφήνουν πίσω τους. Ξεχωριστές τις κάνει το ήθος τους, η αξιοπρέπειά τους, η αντοχή και το πείσμα τους. Και δεν είναι λίγες, είναι πάρα πολλές...
* «Σπονδυλική στήλη» των ταινιών σας είναι οι συνεντεύξεις που έχετε κάνει εσείς η ίδια, γεγονός που αποδεικνύεται αποφασιστικής σημασίας για το τελικό αποτέλεσμα... Πρώτα κερδίσατε αυτές τις γυναίκες προσωπικά, προτού μιλήσουν στην κάμερα. Το λέω αυτό γιατί, τις τελευταίες δεκαετίες ιστορικοί και ανθρωπολόγοι προβληματίζονται έντονα γύρω από το ζήτημα της “προφορικής μνήμης”, και πώς αυτή προσεγγίζεται ή αποτυπώνεται φιλμικά μέσα από μια συνέντευξη, αναρωτιούνται εάν έχουμε ακόμη και “κατασκευή” της μνήμης στη διάρκεια συνέντευξης... Εάν αυτός που μιλά «βλέπει» τον εαυτό του ως ήρωα, αδικημένο, ακούσιο θεατή, θύμα...
Να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Οι ιστορικοί προβληματίζονται, αλλά οι ανθρωπολόγοι όχι... Οι παραδοσιακοί ιστορικοί χρησιμοποιούν εργαλεία και μεθοδολογία για το πώς προσεγγίζουμε κάποιον σε μια συνέντευξη που τους αποτρέπουν να δουν τον ψυχισμό του ανθρώπου ως φορέα της Ιστορίας. Ο άνθρωπος δρα με τη λογική στην καθημερινότητά του, όταν όμως τον βασανίζουν ή τον στήνουν στον τοίχο δρα μονάχα ο ψυχισμός του.Ένα άλλο στοιχείο, κατά τη γνώμη μου, είναι με τι status αυτοπαρουσιάζεται ο ερευνητής, οπότε ανάλογα συμπεριφέρεται και ο ερωτώμενος.Παράδειγμα είναι η διαφορετική συμπεριφορά μας στον οικογενειακό γιατρό από αυτήν που παρουσιάζουμε στον νοσοκομειακό γιατρό. Πρόκειται για το γνωστό πρόβλημα της βιωματικής αμεσότητας...
* Έχω εδώ ένα απόσπασμα από κείμενο του 1948: «Από το κόμμα μας λείπουν, σχεδόν από παράδοση, η εσωκομματική δημοκρατία και οι εκάστοτε καθοδηγήσεις δεν έκαναν ποτέ σοβαρή αυτοκριτική των λαθών τους (...). Οι καθοδηγήσεις του κόμματος αντί να σου ανοίγουν το δρόμο για θαρρετή σκέψη, σου σκοτώνουν τη σκέψη». Αυτή η κριτική στα κακώς κείμενα της Αριστεράς γίνεται στα 1948, τη στιγμή που οι αριστεροί βρίσκονται σε πόλεμο, με τις σφαίρες και τις βόμβες να πέφτουν δίπλα... Γατί μας είναι τόσο δύσκολο ακόμη και σήμερα να δούμε με κριτικό μάτι τα (πολλά) κακώς κείμενα εκείνης της περιόδου;
Δεν μπορώ να απαντήσω γιατί ποτέ δεν υπήρξα μέλος κόμματος.Η προσέγγιση των Γυναικών με οδήγησε σε πιο ουσιαστικά θέματα που προηγούνται από την άσκηση κριτικής... Ας μάθουμε τι έγινε. Πώς έγινε και από ποιους έγινε. Ας μετρήσουμε τους νεκρούς μας γιατί ακόμα μένουν άταφοι, και μετά μπορούμε να περάσουμε στην κριτική.
* Ως μέλος της Εταιρείας Σκηνοθετών που είστε (ή αποχωρήσατε;) πώς βλέπετε αυτή την «αναμπουμπούλα» στο ελληνικό σινεμά σήμερα; Πώς βρεθήκατε και εσείς μέσα στην «Ομίχλη», ποιο είναι το ουσιώδες σε αυτή την κίνηση, και τι μέλλον έχουν οι μέχρι τώρα συλλογικότητες και τα συνδικαλιστικά σχήματα των σκηνοθετών;
Από την Εταιρεία Σκηνοθετών δεν έφυγα γιατί φρονώ ότι δεν είναι κτήμα κανενός. Θεωρώ πολύ θετικό γεγονός τη συνένωση των σκηνοθετών γιατί επιτέλους κατανόησαν ότι δεν έχουν να χάσουν παρά την περιφρόνηση με την οποία αντιμετωπίζονται έως σήμερα.Και αυτό είναι το ουσιώδες της κίνησης, η εγγραφή της δύναμής τους.
* Για πολλούς η τόσο κρίσιμη δεκαετία του '40 φαίνεται να είναι ελκυστική και δημοφιλής, συνεχώς τα τελευταία χρόνια, αν και από διαφορετικές αφετηρίες: Είδαμε τον Κώστα Καραμανλή σε «προσκύνημα» στον Άη Στράτη, το ΚΚΕ από την άλλη πλευρά χτίζει συστηματικά το νέο αγωνιστικό φαντασιακό της ιδεολογικής καθαρότητας πάνω στη δράση του Δημοκρατικού Στρατού, ο Βούλγαρης με την ταινία του κηρύσσει τη λήξη του Εμφυλίου και τη συναδέλφωση των Ελλήνων, που πρέπει επιτέλους να δώσουν τα χέρια. Εσείς ωστόσο έχετε μια ιδιότυπη, μοναχική προσέγγιση, δεν επωφεληθήκατε από τη «δημοφιλία» του θέματος και δεν πήρατε χρήματα από πουθενά...
Δεν ξέρω αν είναι ελκυστική και δημοφιλής η δεκαετία του ’40. Νομίζω, όμως, ότι είναι η δεκαετία που καθόρισε την πορεία της χώρας μας στα επόμενα χρόνια. Ο καθένας την προσεγγίζει ανάλογα με την ευθύνη που αποφασίζει να έχει στο ιστορικό γίγνεσθαι και σε συνέχεια παγιώνει την ευθύνη του μέσα από την κοινωνική του πρακτική. Χρήματα δεν ζήτησα όχι από εστετισμό αλλά από επίγνωση.
* Μετά τον «Βάλτο» και τους «Βράχους» έρχεται το τρίτο μέρος... Είναι τελικά αυτή η τριλογία έργο ζωής για σας; Τι να περιμένουμε; Και τι είναι, αλήθεια, αυτό που θα κρατήσετε, όταν θα έχει ολοκληρωθεί, τι είναι αυτό που σας σημάδεψε;
Το τρίτο μέρος θα αφορά τις Γυναίκες στη Χούντα, που είναι και το πιο δύσκολο από την άποψη της προσέγγισης. Οι δυο πρώτες ταινίες πήρανε τέσσερα χρόνια. Για την τρίτη δεν ξέρω. Το ερώτημα είναι όχι τι θα κρατήσω αλλά τι θα δώσω και με τις τρεις ταινίες.Εκείνο που με σημάδεψε και επιτρέψτε μου να το πω, είναι ότι είμαι υπερήφανη που συνάντησα αυτές τις γυναίκες και μέτρησα ξανά τον κόσμο με έναν άλλον πήχυ.
* Όταν ξεκινούσατε θυμάμαι πως συζητούσαμε πάλι και τότε είχατε άγχος εάν θα ενδιαφέρει η δουλειά σας το κοινό της εποχής μας. Είναι πια προφανές ότι το ενδιαφέρει. Κάνοντας μια αναδρομή στο ξεκίνημα και σε όλη τη διαδρομή, υπήρχαν κάποια σκηνοθετικά-θεωρητικά προβλήματα που έπρεπε να επιλυθούν μέχρι να φτάσετε στο αποτέλεσμα των δύο ταινιών που μας δώσατε;
Προβλήματα σκηνοθετικά ή θεωρητικά δεν είχα. Μια ζωή αναρωτιόμουν «εγώ τι κάνω;» και φαίνεται πως έφθασε η ώρα για να κάνω κάτι. Αν έκανα. Θυμάμαι τον Αλέξη τον Γρίβα να κατεβαίνει τα σκαλιά και να μου λέει «ξεκίνα». Να γυρνάει πίσω και να προσθέτει «άντε, εδώ είμαστε εμείς». Ναι, είναι κάτι που του το χρωστάω, όπως χρωστάω και στους άλλους δυο συνεργάτες μου, στην Αφροδίτη Νικολαΐδου και στην Ηλέκτρα Βενάκη. Έτσι απλά και μοναχικά ξεκινήσαμε ένα πρωί και μας πήρε το ποτάμι.
Πηγή: archive.avgi.gr
* Με δύο ταινίες σας τα τελευταία τέσσερα χρόνια, τα «Πουλιά στον βάλτο» και τη «Ζωή στους βράχους», για τις γυναίκες της Αντίστασης, του Εμφύλιου και της εξορίας, γυρισμένες χωρίς οικονομική ενίσχυση από πουθενά, δημιουργήσατε ένα μοναδικό φαινόμενο... Οι ταινίες προβάλλονται συνεχώς, σε λέσχες, σε φεστιβάλ, σε συνδικάτα, σε πολιτικές οργανώσεις, «κυκλοφορούν» και συζητιούνται στόμα με στόμα... Τι ακριβώς είναι αυτό το φαινόμενο κυρία Αλίντα; Και από πού ξεκίνησε;
Οι ταινίες πραγματικά κυκλοφορούν σε όλη την Ελλάδα. Σε εξήντα περίπου γωνιές της χώρας έχουν προβληθεί και το πιο σημαντικό είναι ότι προωθούνται από τους νέους. Βλέπουν τη στάση των Γυναικών εκείνης της εποχής, και την κάνουν πλατφόρμα δράσης για τις δικές τους ανάγκες, για τα δικά τους οράματα. Τον αγώνα αυτών των γυναικών τον κάνουν δική τους υπόθεση και έτσι προχωρούν οι ταινίες. Είναι το πιο αισιόδοξο μήνυμα. Όταν κάποιος νέος δει τις ταινίες το θεωρεί καθήκον του να τις προβάλει στο χώρο που δραστηροποιείται. Και αυτό μου θυμίζει τον Αλέκο Ξένο, συνθέτη της Αντίστασης, που έλεγε «γράφαμε εδώ ένα τραγούδι και στο επόμενο χωριό που πηγαίναμε το βρίσκαμε μπροστά μας».Η διανομή των ταινιών ξεκίνησε αμέσως μετά την προβολή στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ στη Θεσσαλονίκη. Μου ζητούσαν DVD για να τις προβάλλουν κάπου αλλού.
* «Αριστερά», «γυναίκα», «κινηματογράφος»: Τρεις έννοιες, τρεις άξονες στη δουλειά σας... Να τις αναλύσουμε λίγο; Για παράδειγμα, από ποια αριστερά έρχεστε εσείς κυρία Αλίντα; Και ποια είναι η αριστερά του μέλλοντός σας; Ποια αριστερά έχετε στο μυαλό σας και στην καρδιά σας;
Τι ποια αριστερά; Μία είναι η αριστερά. Η αριστερά που έχει στο ποινικό της μητρώο την Αντίσταση κατά των Γερμανών. Η αριστερά που μακελεύτηκε. Η αριστερά που πάνε να τη σβήσουν και αυτή εκεί ξαναπετιέται. Η αριστερά που οραματίζεται τα δικαιώματα του ανθρώπου. Η αριστερά που είναι πάντα παρούσα και συνιστά το αντίπαλο δέος στην αλαζονεία της εξουσίας.Με ρωτάτε από ποια αριστερά προέρχομαι. Προέρχομαι από μια αριστερά που γεμίζει τη ζωή του ανθρώπου με αξίες και οράματα. Με την αριστερά όχι μόνο οραματίζεσαι αλλά είσαι σίγουρος ότι ο αγώνας της θα οδηγήσει κάποτε -τα ιστορικά φαινόμενα δεν προσμετρώνται με τον βιολογικό χρόνο- στην αξιοπρεπή ύπαρξη του ανθρώπου, στην κατάργηση βίας σε άνθρωπο από άνθρωπο.
* Και για τη «γυναίκα»: στη δεκαετία του '40 η γυναίκα στην Ελλάδα βγαίνει στο προσκήνιο...
Συγκέντρωσα μαρτυρίες περίπου πενήντα Γυναικών διαφορετικής προέλευσης, ταξικής ή χωρικής... Όλες μα όλες οι Γυναίκες που συνάντησα θεωρούσαν πως ήταν καθαρή επιλογή τους ό,τι έκαναν, είχαν την ίδια επωδό «είμαστε έτοιμες και τώρα ακόμα, σ’ αυτή την ηλικία, να κάνουμε τα ίδια. Δεν μετανιώσαμε για τίποτα».Υπάρχουν πολλοί που θέλοντας να δώσουν μια κοινωνιολογική ερμηνεία στη συμμετοχή της γυναίκας τη δεκαετία του '40, στο πολιτικό-ιστορικό γίγνεσθαι, λένε ότι βγαίνοντας στον αγώνα η Γυναίκα έσπαγε τα δεσμά της πατριαρχίας. Και σας ερωτώ:Η καταπίεση και τα δεσμά του πατέρα-αφέντη ήταν πιο οδυνηρά από την επιλογή της παρανομίας, της ταλαιπωρίας στις εξορίες, τους βασανισμούς και τις εκτελέσεις;Η λέξη «απελευθέρωση» είναι ύπουλος χαρακτηρισμός που με πολλή ευφυία τον πέρασε η πατριαρχία για να κρύψει τις ενοχές της.
* Όποιος έχει δει τις ταινίες σας ξέρει ότι οι «γυναίκες σας» δεν είναι ούτε για «μνημόσυνο» ούτε για το «μουσείο», ξεφεύγουν ακόμη και από την απόπειρα του σημερινού θεατή να τις δει αγιογραφικά...
Κανένας άνθρωπος δεν είναι για μνημόσυνο ή για μουσείο ή για αγιογραφία εφόσον δρα. Και οι γυναίκες αυτές, ακόμα και σ’ αυτή την ηλικία δρουν και θα δρουν και μετά τον θάνατό τους, με αυτό που αφήνουν πίσω τους. Ξεχωριστές τις κάνει το ήθος τους, η αξιοπρέπειά τους, η αντοχή και το πείσμα τους. Και δεν είναι λίγες, είναι πάρα πολλές...
* «Σπονδυλική στήλη» των ταινιών σας είναι οι συνεντεύξεις που έχετε κάνει εσείς η ίδια, γεγονός που αποδεικνύεται αποφασιστικής σημασίας για το τελικό αποτέλεσμα... Πρώτα κερδίσατε αυτές τις γυναίκες προσωπικά, προτού μιλήσουν στην κάμερα. Το λέω αυτό γιατί, τις τελευταίες δεκαετίες ιστορικοί και ανθρωπολόγοι προβληματίζονται έντονα γύρω από το ζήτημα της “προφορικής μνήμης”, και πώς αυτή προσεγγίζεται ή αποτυπώνεται φιλμικά μέσα από μια συνέντευξη, αναρωτιούνται εάν έχουμε ακόμη και “κατασκευή” της μνήμης στη διάρκεια συνέντευξης... Εάν αυτός που μιλά «βλέπει» τον εαυτό του ως ήρωα, αδικημένο, ακούσιο θεατή, θύμα...
Να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Οι ιστορικοί προβληματίζονται, αλλά οι ανθρωπολόγοι όχι... Οι παραδοσιακοί ιστορικοί χρησιμοποιούν εργαλεία και μεθοδολογία για το πώς προσεγγίζουμε κάποιον σε μια συνέντευξη που τους αποτρέπουν να δουν τον ψυχισμό του ανθρώπου ως φορέα της Ιστορίας. Ο άνθρωπος δρα με τη λογική στην καθημερινότητά του, όταν όμως τον βασανίζουν ή τον στήνουν στον τοίχο δρα μονάχα ο ψυχισμός του.Ένα άλλο στοιχείο, κατά τη γνώμη μου, είναι με τι status αυτοπαρουσιάζεται ο ερευνητής, οπότε ανάλογα συμπεριφέρεται και ο ερωτώμενος.Παράδειγμα είναι η διαφορετική συμπεριφορά μας στον οικογενειακό γιατρό από αυτήν που παρουσιάζουμε στον νοσοκομειακό γιατρό. Πρόκειται για το γνωστό πρόβλημα της βιωματικής αμεσότητας...
* Έχω εδώ ένα απόσπασμα από κείμενο του 1948: «Από το κόμμα μας λείπουν, σχεδόν από παράδοση, η εσωκομματική δημοκρατία και οι εκάστοτε καθοδηγήσεις δεν έκαναν ποτέ σοβαρή αυτοκριτική των λαθών τους (...). Οι καθοδηγήσεις του κόμματος αντί να σου ανοίγουν το δρόμο για θαρρετή σκέψη, σου σκοτώνουν τη σκέψη». Αυτή η κριτική στα κακώς κείμενα της Αριστεράς γίνεται στα 1948, τη στιγμή που οι αριστεροί βρίσκονται σε πόλεμο, με τις σφαίρες και τις βόμβες να πέφτουν δίπλα... Γατί μας είναι τόσο δύσκολο ακόμη και σήμερα να δούμε με κριτικό μάτι τα (πολλά) κακώς κείμενα εκείνης της περιόδου;
Δεν μπορώ να απαντήσω γιατί ποτέ δεν υπήρξα μέλος κόμματος.Η προσέγγιση των Γυναικών με οδήγησε σε πιο ουσιαστικά θέματα που προηγούνται από την άσκηση κριτικής... Ας μάθουμε τι έγινε. Πώς έγινε και από ποιους έγινε. Ας μετρήσουμε τους νεκρούς μας γιατί ακόμα μένουν άταφοι, και μετά μπορούμε να περάσουμε στην κριτική.
* Ως μέλος της Εταιρείας Σκηνοθετών που είστε (ή αποχωρήσατε;) πώς βλέπετε αυτή την «αναμπουμπούλα» στο ελληνικό σινεμά σήμερα; Πώς βρεθήκατε και εσείς μέσα στην «Ομίχλη», ποιο είναι το ουσιώδες σε αυτή την κίνηση, και τι μέλλον έχουν οι μέχρι τώρα συλλογικότητες και τα συνδικαλιστικά σχήματα των σκηνοθετών;
Από την Εταιρεία Σκηνοθετών δεν έφυγα γιατί φρονώ ότι δεν είναι κτήμα κανενός. Θεωρώ πολύ θετικό γεγονός τη συνένωση των σκηνοθετών γιατί επιτέλους κατανόησαν ότι δεν έχουν να χάσουν παρά την περιφρόνηση με την οποία αντιμετωπίζονται έως σήμερα.Και αυτό είναι το ουσιώδες της κίνησης, η εγγραφή της δύναμής τους.
* Για πολλούς η τόσο κρίσιμη δεκαετία του '40 φαίνεται να είναι ελκυστική και δημοφιλής, συνεχώς τα τελευταία χρόνια, αν και από διαφορετικές αφετηρίες: Είδαμε τον Κώστα Καραμανλή σε «προσκύνημα» στον Άη Στράτη, το ΚΚΕ από την άλλη πλευρά χτίζει συστηματικά το νέο αγωνιστικό φαντασιακό της ιδεολογικής καθαρότητας πάνω στη δράση του Δημοκρατικού Στρατού, ο Βούλγαρης με την ταινία του κηρύσσει τη λήξη του Εμφυλίου και τη συναδέλφωση των Ελλήνων, που πρέπει επιτέλους να δώσουν τα χέρια. Εσείς ωστόσο έχετε μια ιδιότυπη, μοναχική προσέγγιση, δεν επωφεληθήκατε από τη «δημοφιλία» του θέματος και δεν πήρατε χρήματα από πουθενά...
Δεν ξέρω αν είναι ελκυστική και δημοφιλής η δεκαετία του ’40. Νομίζω, όμως, ότι είναι η δεκαετία που καθόρισε την πορεία της χώρας μας στα επόμενα χρόνια. Ο καθένας την προσεγγίζει ανάλογα με την ευθύνη που αποφασίζει να έχει στο ιστορικό γίγνεσθαι και σε συνέχεια παγιώνει την ευθύνη του μέσα από την κοινωνική του πρακτική. Χρήματα δεν ζήτησα όχι από εστετισμό αλλά από επίγνωση.
* Μετά τον «Βάλτο» και τους «Βράχους» έρχεται το τρίτο μέρος... Είναι τελικά αυτή η τριλογία έργο ζωής για σας; Τι να περιμένουμε; Και τι είναι, αλήθεια, αυτό που θα κρατήσετε, όταν θα έχει ολοκληρωθεί, τι είναι αυτό που σας σημάδεψε;
Το τρίτο μέρος θα αφορά τις Γυναίκες στη Χούντα, που είναι και το πιο δύσκολο από την άποψη της προσέγγισης. Οι δυο πρώτες ταινίες πήρανε τέσσερα χρόνια. Για την τρίτη δεν ξέρω. Το ερώτημα είναι όχι τι θα κρατήσω αλλά τι θα δώσω και με τις τρεις ταινίες.Εκείνο που με σημάδεψε και επιτρέψτε μου να το πω, είναι ότι είμαι υπερήφανη που συνάντησα αυτές τις γυναίκες και μέτρησα ξανά τον κόσμο με έναν άλλον πήχυ.
* Όταν ξεκινούσατε θυμάμαι πως συζητούσαμε πάλι και τότε είχατε άγχος εάν θα ενδιαφέρει η δουλειά σας το κοινό της εποχής μας. Είναι πια προφανές ότι το ενδιαφέρει. Κάνοντας μια αναδρομή στο ξεκίνημα και σε όλη τη διαδρομή, υπήρχαν κάποια σκηνοθετικά-θεωρητικά προβλήματα που έπρεπε να επιλυθούν μέχρι να φτάσετε στο αποτέλεσμα των δύο ταινιών που μας δώσατε;
Προβλήματα σκηνοθετικά ή θεωρητικά δεν είχα. Μια ζωή αναρωτιόμουν «εγώ τι κάνω;» και φαίνεται πως έφθασε η ώρα για να κάνω κάτι. Αν έκανα. Θυμάμαι τον Αλέξη τον Γρίβα να κατεβαίνει τα σκαλιά και να μου λέει «ξεκίνα». Να γυρνάει πίσω και να προσθέτει «άντε, εδώ είμαστε εμείς». Ναι, είναι κάτι που του το χρωστάω, όπως χρωστάω και στους άλλους δυο συνεργάτες μου, στην Αφροδίτη Νικολαΐδου και στην Ηλέκτρα Βενάκη. Έτσι απλά και μοναχικά ξεκινήσαμε ένα πρωί και μας πήρε το ποτάμι.
Πηγή: archive.avgi.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ευχαριστούμε, για το σχόλιό σας!
Για οποιοδήποτε θέμα, επικοινωνήστε
με το mail του OPENwind NETwork
(openwind13@gmail.com)