Του Βασίλη Μακρίδη*
Η αφορμή για τον παρόν άρθρο, μου δόθηκε από την προχτεσινή «απόπειρα τρομοκρατικής ενέργειας» στο γνωστό και μη εξαιρετέο «Mall» και την περιώνυμη… χύτρα, αλλά και την πρωτοφανή επικοινωνιακή «καταιγίδα» που ακολούθησε από τα κόμματα του μνημονιακού τόξου και την ολομέτωπη επίθεση εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ, που κατηγορείται, λίγο ως πολύ, ως «τρομοκρατική οργάνωση» ή, το λιγότερο, ως«κόμμα που υποθάλπει την τρομοκρατία».
Η αφορμή για τον παρόν άρθρο, μου δόθηκε από την προχτεσινή «απόπειρα τρομοκρατικής ενέργειας» στο γνωστό και μη εξαιρετέο «Mall» και την περιώνυμη… χύτρα, αλλά και την πρωτοφανή επικοινωνιακή «καταιγίδα» που ακολούθησε από τα κόμματα του μνημονιακού τόξου και την ολομέτωπη επίθεση εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ, που κατηγορείται, λίγο ως πολύ, ως «τρομοκρατική οργάνωση» ή, το λιγότερο, ως«κόμμα που υποθάλπει την τρομοκρατία».
Η επιλογή επικοινωνιακής πολιτικής από την πλευρά της
«τρικολόρ» κυβέρνησής μας δεν είναι διόλου τυχαία: ο στόχος είναι να μεταφερθεί
το «κέντρο βάρους» της προσοχής των πολιτών που παρακολουθούν τα ΜΜΕ, συμβατικά
και ηλεκτρονικά, από τη βάρβαρη, νεοφιλελεύθερη αντιλαϊκή πολιτική των
Μνημονίων σε θέματα «πιασάρικα», αλλά ουσιαστικά δευτερεύοντα, ως προς τη
σημασία τους, αλλά και εντελώς παρελκυστικά σε σχέση με την πραγματική πολιτική
ατζέντα. Επιπλέον, η στοχοποίηση, για πολλοστή φορά τα τελευταία 5, περίπου,
χρόνια, του ΣΥΡΙΖΑ, έχει διπλό στόχο· ο πρώτος και προφανής, έχει ήδη
περιγραφεί: η μεταστροφή της προσοχής του κόσμου από την εφαρμοσμένη πολιτική
της συμπολίτευσης στην εικαζόμενη «πολιτική» του κόμματος της αξιωματικής
αντιπολίτευσης. Ο δεύτερος και, ίσως, πιο σπουδαίος, είναι η καλλιέργεια σύγχυσης
ανάμεσα σε δύο έννοιες που, συχνά συναντώνται, ωστόσο δεν συμπίπτουν: την
έννοια της βίας και την έννοια της τρομοκρατίας.
Η σύγχυση ανάμεσα στη βία και στην τρομοκρατία έχει μεν απώτερο
στόχο την συλλήβδην καταδίκη και ενοχοποίηση και των δύο εννοιών στη συλλογική
συνείδηση των πολιτών, μέσα όμως από ένα πρίσμα ιδεοληπτικό και στενό, ακριβώς
για να βολεύει τις επιδιώξεις του πολιτικού, οικονομικού και μιντιακού
συστήματος· ως «βία» ορίζονται πράξεις όπως πχ η ρίψη αυγών ή ζαρζαβατικών, η
φραστική επίθεση, ακόμη και η κόσμια διαμαρτυρία απέναντι σε πολιτικά πρόσωπα,
ακόμη και οι ειρηνικές μαζικές συγκεντρώσεις πολιτών ενάντια στην κυβερνητική
πολιτική· «βία», κατά το μιντιακό σύστημα, θεωρούνται ακόμη και οι απεργίες και
η νόμιμη περιφρούρησή τους από τους εργαζόμενους εναντίον της δράσης των
απεργοσπαστών· φυσικά, ως «βία» ορίζονται και οι οδομαχίες ανάμεσα σε ομάδες
αντιεξουσιαστών (ή «αντιεξουσιαστών») και τα Σώματα Ασφαλείας, με τη σαφή
υπογράμμιση, ότι η βία των τελευταίων είναι «απαραίτητη για την τήρηση της
τάξης», άρα και η μοναδική «νόμιμη» μορφή βίας (το χτεσινό «τιτίβισμα» του
γνωστού Άδωνι Γεωργιάδη στο Twitter είναι
χαρακτηριστικό αυτής της αντίληψης). Ο ορισμός της «τρομοκρατίας», πάλι, είναι
αρκετά πιο απλός, αφού από τη Μεταπολίτευση του 1974 η χώρα μας είχε επαρκέστατο
αριθμό συμβάντων που μπορούν να χαρακτηριστούν ως «τρομοκρατικά¨», ασχέτως εάν
μεταξύ τους υπάρχουν, σε πολλές περιπτώσεις, χαώδεις διαφορές, τόσο ως προς τη
στόχευση σε πρόσωπα ή/και χώρους, όσο και ως προς το πολιτικό υπόβαθρο.
Σε ό,τι αφορά στη βία, γίνεται προφανές ότι από τη συστημική
ιδεοληψία εξαιρούνται όλες οι μορφές βίας που ασκούνται μαζικά εναντίον των
πολιτών: η βία της ανεργίας, η βία της απότομης φτωχοποίησης, η βία της
κατάργησης εργασιακών και άλλων δικαιωμάτων που είχαν κατακτηθεί με αγώνες
δεκαετιών, η βία της κατάλυσης της – όποιας – δημοκρατίας, μέσα από τη
συνειδητή παραβίαση του Συντάγματος, των νόμων και των ηθικών κανόνων της
πολιτικής, είναι σαν να «μην υπάρχουν» για το σύμπλεγμα των συστημικών ΜΜΕ. Το
ίδιο ισχύει, φυσικά και για την ωμή φυσική βία που ασκούν κυρίως τα –
διαβρωμένα από το νεοναζιστικό μόρφωμα της «Χρυσής Αυγής» - Ειδικά Σώματα της
Αστυνομίας, όποτε γίνεται μια μαζική λαϊκή κινητοποίηση· δεν είναι, άλλωστε,
και τόσο μακριά μας το διήμερο 28-29 Ιούνη του 2011, ούτε η 12η
Φλεβάρη του 2012, ούτε, πολύ περισσότερο, η 7η Σεπτεμβρίου του ίδιου
έτους, για να θυμηθούμε τις πιο «κραυγαλέες» περιπτώσεις κατά την τελευταία
τριετία. Τέλος, στο απυρόβλητο, ουσιαστικά, τίθεται η βία των ναζιστικών
συμμοριών τύπου Χρυσής Αυγής, αφού οι όποιες ενέργειές τους, αν δεν τυγχάνουν
της ουσιαστικής ενθάρρυνσής τους, σίγουρα απολαμβάνουν την ατιμωρησία από ένα
φαύλο σύστημα διαπλοκής ανάμεσα στην εκτελεστική και τη νομοθετική εξουσία, με
την αγαστή σύμπνοια των «οργάνων της Τάξης».
Σε ό,τι, πάλι, αφορά στην τρομοκρατία, εξομοιώνονται
περιπτώσεις «στοχευμένης» βίας κατά προσώπων (όπως πχ η δολοφονία του Μάλλιου ή
του Π. Μπακογιάννη, που και αυτές έχουν μεταξύ τους τεράστες διαφορές στα
χαρακτηριστικά) με περιστατικά όπως η τελευταία έκρηξη στο «Mall», όπου
αμφισβητείται ζωηρά ακόμη και το αν ήταν όντως τρομοκρατική ενέργεια, ή ενέργεια
παρακρατικών κύκλων, με στόχο την απόσπαση και τη μεταστροφή της Κοινής Γνώμης
από την κυβερνητική πολιτική και τις συνέπειές της.
Σε κάθε περίπτωση, η «βία» και η «τρομοκρατία» κατά τον
ορισμό του μιντιακού συστήματος, επιχειρείται να παρουσιαστεί ως «ένα πράγμα»,
το οποίο μάλιστα τυγχάνει της – ανοιχτής ή μυστικής – «υποστήριξης» από την
πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ, του κυριότερου, από πλευράς δυναμικής, πολιτικού αντιπάλου
της τρικομματικής κυβέρνησης.
Εδώ λοιπόν, γίνεται απόλυτα αναγκαία η παρέμβαση των δυνάμεων
της Αριστεράς, ώστε να διαλυθεί η σύγχυση ανάμεσα στις έννοιες της «βίας» και
της «τρομοκρατίας». Γι’ αυτό το λόγο κρίνεται σκόπιμο να δοθεί ένας όσο το
δυνατόν πιο σαφής ορισμός και των δύο εννοιών, ώστε αφενός να καταστούν σαφείς
οι σημαντικές διαφορές ανάμεσά τους, αφετέρου να αποκαλυφθεί το επικοινωνιακό
παιχνίδι του μιντιακού συστήματος και οι τακτικές παρέλκυσης που ακολουθεί.
Η βία, πρώτα απ’ όλα, ασκείται είτε ατομικά, είτε συλλογικά,
σε δημόσιο χώρο και «στα φανερά»· είτε πρόκειται για βία του
συστήματος προς τους πολίτες, είτε για βία των πολιτών εναντίον του Κράτους και
των εκπροσώπων του, είτε πρόκειται για βία μεταξύ διαφορετικών ομάδων
πληθυσμού, χωρίς τη μεσολάβηση του Κράτους… Αντίθετα, βασικό χαρακτηριστικό της
τρομοκρατίας (που είναι, ουσιαστικά, μία
μορφή βίας, αλλά όχι κάθε μορφή
βίας) είναι, ότι κάθε ενέργεια που εντάσσεται στο πλαίσιό της προετοιμάζεται
και εκτελείται κρυφά, με όλους τους
κανόνες της συνωμοτικότητας, για προφανείς λόγους. Η τρομοκρατία, ανεξαρτήτως
κινήτρων, είναι μία μορφή πάλης που, ιστορικά και στην πράξη έχει αποδειχθεί ανεπαρκής και αποτυχημένη, τουλάχιστον εάν μιλάμε για συνθήκες «ομαλής» αστικής
δημοκρατίας, για δύο βασικούς λόγους: πρώτον, επειδή δεν διαθέτει, συνήθως, την
αποδοχή και την ηθική νομιμοποίηση της πλειονότητας του πληθυσμού του χώρου
αναφοράς (παρόλο που, κατά κανόνα, ασκείται εν ονόματί της) και, δεύτερον,
επειδή πρακτικά καμμία τρομοκρατική
ενέργεια δεν οδήγησε το λαϊκό κίνημα και τις διεκδικήσεις του έστω κι ένα βήμα
μπροστά, αφού συνήθως συνοδευόταν από συντηρητική αναδίπλωση του συστήματος και
ενίσχυση των αυταρχικών χαρακτηριστικών του. Αυτό το δεύτερο στοιχείο, είναι
και το κυριότερο στοιχείο εκμετάλλευσης από την πλευρά του συστήματος, που
βαφτίζει πολλές φορές ως «τρομοκρατικές», ενέργειες που «μυρίζουν» από μακριά προβοκάτσια…
Και, αν κάποιος φέρει ως αντίρρηση τα παραδείγματα του IRA και της ETA, εδώ
θα παρατηρήσω πως, αυτό που από το μιντιακό σύστημα (όχι μόνο της Ελλάδας,
φυσικά) αποκαλείται «τρομοκρατία», στις συγκεκριμένες περιπτώσεις θα ήταν
καλύτερο να αποκληθεί ως «επαναστατική
βία», από τη στιγμή που οι δύο οργανώσεις δρούσαν σε συνθήκες παρανομίας
και αυταρχισμού (ειδικά, δε, στην περίπτωση της Ισπανίας, και σε συνθήκες
στρατιωτικής δικτατορίας μέχρι και το 1976), αν και είχαν αποδεδειγμένα την
αποδοχή της πλειονότητας του πληθυσμού του χώρου αναφοράς τους.
Επιπλέον, η βία σε οποιαδήποτε μορφή της έχει συγκεκριμένο στόχο, είτε κάποιο πρόσωπο,
είτε κάποια ομάδα προσώπων με κοινά χαρακτηριστικά. Η βία, πχ, της κυβέρνησης
έχει στόχο τους εργαζόμενους και όλους τους «μη προνομιούχους»· η βία των
«συγκρουσιακών» του αντιεξουσιαστικού χώρου έχει στόχο το σύστημα ή/και τους
εκπροσώπους του (και αυτό είναι ανεξάρτητο με το εάν κάποιος συμφωνεί ή όχι με
αυτή τη μορφή πάλης). Η τρομοκρατία, πάλι, βασίζεται εν πολλοίς στα «τυφλά»
χτυπήματα. Φυσικά, υπάρχουν και πολλές «στοχευμένες» ενέργειες (κατά
συγκεκριμένων προσώπων ή χώρων), ωστόσο ένα πολύ σημαντικό ποσοστό τέτοιων
ενεργειών γίνεται χωρίς να υπάρχει η παραμικρή μέριμνα, ώστε να μην υπάρξουν
«παράπλευρες απώλειες».
Η αντιπαραβολή των εννοιών της βίας και της τρομοκρατίας δεν
γίνεται για να δικαιολογηθεί η μία και να καταδικαστεί η άλλη· γίνεται για να
διαχωριστούν με σαφήνεια οι δύο έννοιες και να γίνει κατανοητό πότε μιλάμε για
βία και πότε για τρομοκρατία. Θα πρέπει επίσης να καταστεί σαφές, ότι τόσο η βία, όσο και η τρομοκρατία μπαίνουν
στην πολιτική ατζέντα με ευθύνη του κυρίαρχου πολιτικού συστήματος. Ποτέ,
ιστορικά, και πουθενά στον κόσμο η βασική επιλογή του οργανωμένου και μαζικού
λαϊκού κινήματος δεν ήταν η άσκηση βίας, ακόμη και όταν απέναντι στεκόταν ο
ταξικός εχθρός. Η επιθετική και ωμά βίαιη στάση του αστικού πολιτικού
συστήματος, ειδικά σε συνθήκες όξυνσης της ταξικής πάλης (η οποία, πάλι, είναι
προϊόν της ασκούμενης πολιτικής του ίδιου του αστικού πολιτικού συστήματος και
της καπιταλιστικής μορφής της οικονομίας) είναι που εξωθεί, ουσιαστικά, το
μαζικό λαϊκό κίνημα σε νόμιμη αυτοάμυνα,
προκειμένου να διατηρήσει τόσο τη σωματική ακεραιότητα, όσο και το ηθικό των
μελών του, αλλά και για να μπορέσει να διατηρήσει ανέπαφο το κομμάτι των
διεκδικήσεων και των πολιτικών του στόχων.
Όσοι από εμάς αυτοπροσδιορίζονται ως αριστεροί, θα πρέπει να καθιστούν σαφές προς όλους τους συνομιλητές τους, πως τόσο η βία, όσο και – πολλώ δε μάλλον – η τρομοκρατία δεν αποτελούν επιλογές του πολιτικού και ιδεολογικού τους χώρου και πως η προσπάθεια του πολιτικού, οικονομικού και μιντιακού συστήματος να συνδέσουν το χώρο της Αριστεράς με αυτές τις δύο έννοιες γίνεται εκ του πονηρού και με στόχο τον αποπροσανατολισμό της Κοινής Γνώμης.
Ωστόσο, η ανάγκη για περιφρούρηση του πολιτικού και κοινωνικού τους αγώνα επιβάλλει, σε συνθήκες ανάλογες με τις σημερινές, την αντίδραση στη βία της εξουσίας και την προστασία της σωματικής ακεραιότητας των αγωνιζόμενων πολιτών. Και αυτό, κατά την προσωπική μου άποψη, αλλά – έτσι συναισθάνομαι – και κατά την άποψη αρκετών ακόμη συναγωνιστών, δεν επιτυγχάνεται πάντα με ειρηνικό και μη βίαιο τρόπο, παρόλο που αυτή είναι η θέλησή μας και η βασική μας επιδίωξη.
Όσοι από εμάς αυτοπροσδιορίζονται ως αριστεροί, θα πρέπει να καθιστούν σαφές προς όλους τους συνομιλητές τους, πως τόσο η βία, όσο και – πολλώ δε μάλλον – η τρομοκρατία δεν αποτελούν επιλογές του πολιτικού και ιδεολογικού τους χώρου και πως η προσπάθεια του πολιτικού, οικονομικού και μιντιακού συστήματος να συνδέσουν το χώρο της Αριστεράς με αυτές τις δύο έννοιες γίνεται εκ του πονηρού και με στόχο τον αποπροσανατολισμό της Κοινής Γνώμης.
Ωστόσο, η ανάγκη για περιφρούρηση του πολιτικού και κοινωνικού τους αγώνα επιβάλλει, σε συνθήκες ανάλογες με τις σημερινές, την αντίδραση στη βία της εξουσίας και την προστασία της σωματικής ακεραιότητας των αγωνιζόμενων πολιτών. Και αυτό, κατά την προσωπική μου άποψη, αλλά – έτσι συναισθάνομαι – και κατά την άποψη αρκετών ακόμη συναγωνιστών, δεν επιτυγχάνεται πάντα με ειρηνικό και μη βίαιο τρόπο, παρόλο που αυτή είναι η θέλησή μας και η βασική μας επιδίωξη.
είναι δημοσιογράφος, απόφοιτος του Κρατικού Πανεπιστημίου του Ροστόβ-να-Ντονού (Ρωσία) και μεταφραστής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ευχαριστούμε, για το σχόλιό σας!
Για οποιοδήποτε θέμα, επικοινωνήστε
με το mail του OPENwind NETwork
(openwind13@gmail.com)