Συνέντευξη του πολιτικού επιστήμονα, Γιάννη Μαυρή στην Εποχή
Η δεξιά σε συνθήκες κρίσης δεν μπορεί να είναι ούτε κεντροδεξιά, ούτε «μετριοπαθής», σημειώνει ο Γιάννης Μαυρής, που τονίζει ότι οι σχεδιασμοί για διπλές ή ακόμα και τριπλές εκλογές, την άνοιξη, «προκαλούν αποπολιτικοποίηση και αποπροσανατολισμό στο εκλογικό σώμα», ενώ «συνιστούν τη μεγαλύτερη θεσμική απαξίωση της εκλογικής διαδικασίας». Ο Γ. Μαυρής επισημαίνει ακόμα το ρόλο της Χρυσής Αυγής, καθώς η σύλληψη της ηγεσίας της μπορεί «να ανέκοψε τη δυναμική της, αλλά σε καμία περίπτωση δεν επέλυσε το θέμα της εκπροσώπησης αυτής της μερίδας του εκλογικού σώματος που έχει ταχθεί στο νεοφασιστικό ρεύμα».
Τη συνέντευξη πήραν η Ιωάννα Δρόσου και ο Θόδωρος Μιχόπουλος
Η κυβέρνηση φαίνεται να αντιμετωπίζει εσωτερικές αναταράξεις, ενώ, ταυτόχρονα, δέχεται πιέσεις από την τρόικα για περαιτέρω μέτρα. Ο κυβερνητικός συνασπισμός βρίσκεται σε ασταθή ισορροπία;
Με βάση την εμπειρία που έχουμε αποκομίσει από τις κοινωνικές συγκρούσεις και τις πολιτικές αντιπαραθέσεις, ύστερα από την τετραετή εφαρμογή των μνημονιακών πολιτικών, θα πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί. Μέχρι στιγμής, παρά το μέγεθος των πολιτικών που εφαρμόστηκαν, η κυβέρνηση δεν έχει καταρρεύσει. Τα δύο κυβερνητικά σχήματα που έχουν προηγηθεί [κυβερνήσεις Γ. Παπανδρέου και Λ. Παπαδήμου] αποδοκιμάστηκαν. Αυτή τη στιγμή, έχουμε την τρίτη κυβέρνηση που δοκιμάζεται, η οποία, όμως, παρότι έχει εφαρμόσει σκληρότατα μέτρα, έχει καταφέρει να διατηρηθεί. Προσπάθησε, μάλιστα, αν και ανεπιτυχώς, τουλάχιστον δύο φορές, με την ΕΡΤ και το “success story” να ανακτήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Οπωσδήποτε, η κυβέρνηση δέχεται πιέσεις και εισπράττει κοινωνική δυσαρέσκεια. Αυτή η δυσαρέσκεια, όταν αρχίσουν οι κατασχέσεις της ακίνητης περιουσίας, πιθανότατα θα ενταθεί. Αυτό, βεβαίως, δεν σημαίνει ότι μπορεί να καταρρεύσει από μόνη της. Μπορεί, ωστόσο, να προκληθεί ατύχημα, ύστερα από την επίδραση τυχαίων παραγόντων.
Η Χρυσή Αυγή επιδρά στις εξελίξεις
Η ΝΔ ανέκτησε μέρος των χαμένων δυνάμεών της που είχαν προσφύγει στη Χρυσή Αυγή, ύστερα από τη σύλληψη της ηγεσίας του νεοναζιστικού μορφώματος;
Η επιχείρηση σύλληψης της ηγεσίας, της ποινικής δίωξης και της προσπάθειας επικοινωνιακής αποδόμησης της Χρυσής Αυγής μπορεί να ανέκοψε τη δυναμική, αλλά σε καμία περίπτωση δεν επέλυσε το θέμα της εκπροσώπησης αυτής της μερίδας του εκλογικού σώματος που έχει ταχθεί στο νεοφασιστικό ρεύμα. Βέβαια, παραμένει ανοιχτό ακόμα το κατά πόσο η στρατηγική εφαρμογής του νόμου και της τάξης, όπως εκφράστηκε από τον κ. Δένδια, θα πετύχει το στόχο της, που είναι η ανάληψη της εκπροσώπησης και η επανενσωμάτωση, στη βάση μιας ακροδεξιάς ατζέντας, του τμήματος εκείνου του εκλογικού σώματος που είναι απαραίτητο για να διασφαλιστεί ανοικτά η εκλογική νίκη της ΝΔ. Γι' αυτό τονίζω, ότι η ιστορία της Χρυσής Αυγής είναι κρίσιμη, με δεδομένη την πρωτοφανή ισοδυναμία των δύο μεγαλύτερων κομμάτων, και θα επιδράσει άμεσα τις πολιτικές εξελίξεις.
Η επιχείρηση εναντίον της Χρυσής Αυγής, με τον τρόπο που έγινε, είχε και επικοινωνιακό χαρακτήρα, όπως επισήμανες. Τελικά, πόσο μεγάλο τμήμα της κοινωνίας αυτοπροσδιορίζεται στο νεοφασιστικό ρεύμα;
Η αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής ως φαινόμενο, είναι προφανές ότι δεν μπορεί να επιτευχθεί απλώς με την ποινική δίωξη ή με την προπαγάνδα των μέσων ενημέρωσης. Όπως αποδείχθηκε, είναι ένα φαινόμενο πολύ πιο ριζωμένο στους κρατικούς μηχανισμούς και στην κοινωνία. Η επικοινωνιακή καταιγίδα είχε περιορισμένα αποτελέσματα και ένας από τους λόγους είναι οπωσδήποτε και η κρίση εμπιστοσύνης προς τα μέσα ενημέρωσης. Θεωρώ πολύ δύσκολο η βάση της Χρυσής Αυγής να μειωθεί σε μονοψήφιο αριθμό, ιδίως στις επερχόμενες Ευρωεκλογές. Για αυτό και το ζήτημα της περαιτέρω νομικής της αντιμετώπισης παραμένει στους κυρίαρχους κύκλους, εντός και εκτός, ανοικτό.
Συνδυάζεται μ’ αυτό το συμπέρασμά σας η ακροδεξιά στροφή ενός κομματιού της ΝΔ;
Η κοινωνική πόλωση, που αναπόφευκτα έχει φέρει το μνημόνιο στην ελληνική κοινωνία, οδηγεί και στην πολιτική πόλωση και με αυτήν την έννοια είναι αρκετά «πραγματιστική» η επιστροφή ενός τμήματος της συντηρητικής παράταξης, σε πιο ακραία και πολωτικά ιδεολογήματα. Η δεξιά σε συνθήκες κρίσης δεν μπορεί να είναι «κεντροδεξιά», ούτε «μετριοπαθής». Τουλάχιστον η ελληνική προδικτατορική πολιτική ιστορία παρέχει αρκετές ενδείξεις για αυτό. Η στρατηγική της έντασης υλοποιείται ήδη από τον Ιούνιο του 2012, με την αναβίωση των εμφυλιοπολεμικών ιδεολογημάτων. Σήμερα, μετά τη ρήξη με τη Χρυσή Αυγή, αλλάζει χαρακτήρα. Το κέντρο βάρους της εφαρμογής της, ενδέχεται να μετατοπισθεί από το διαμορφωμένο «εγκληματικό παρακράτος», προς τους τυπικούς κρατικούς μηχανισμούς.
Αδύναμος δικομματισμός
Βλέποντας τις δημοσκοπήσεις από τις εκλογές μέχρι σήμερα, η ΝΔ και ο ΣυΡιζΑ εμφανίζονται ως ισόρροπες δυνάμεις. Πιστεύετε ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα νέο δικομματισμό;
Ήδη από τις εκλογές του 2012, μετά την κατάρρευση του ΠαΣοΚ και της παλιάς ΝΔ, διαμορφώθηκε ένας μεταβατικός, συρρικνωμένος και ισοδύναμος δικομματισμός, όχι στα επίπεδα του 80-85% που υπήρξε στη μεταπολίτευση, αλλά στα επίπεδα του 60%. Ο νέος δικομματισμός είναι εξαιρετικά ισορροπημένος. Θυμίζω, ότι με βάση το Πολιτικό Βαρόμετρο της Public Issue, που δημοσιευόταν μέχρι τον Σεπτέμβριο στον Σκάι, από τον Ιανουάριο μέχρι σήμερα, τέσσερις φορές είχε καταγραφεί στις μηνιαίες μετρήσεις προβάδισμα της ΝΔ και άλλες τόσες του ΣυΡιζΑ. Θα έλεγα, λοιπόν, ότι έχει διαμορφωθεί ένας ισχνότερος δικομματισμός, που επιβάλλει και στην Ελλάδα τις κυβερνήσεις συνεργασίας, αν και πάντοτε με βασικό κορμό το πρώτο κόμμα, ο οποίος όμως δεν μπορεί να λειτουργήσει πλέον ως αμιγής δικομματισμός, αλλά περισσότερο ως διπολισμός.
Ο νέος εκλογικός συσχετισμός, όπως αναφέρατε επιβάλλει κυβερνήσεις συνεργασίας. Θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε ότι διαμορφώνονται δύο κυρίαρχοι πόλοι;
Επειδή ο δικομματισμός δεν αθροίζει πάνω από 60%, στην ουσία είναι απαραίτητη η συνεργασία του πρώτου κόμματος με άλλα κόμματα. Αυτό θέτει, λοιπόν, το ζήτημα των συμμαχιών και βλέπουμε τις δυσκολίες που ανακύπτουν και για την αριστερά, που δεν το έχει απαντήσει αξιόπιστα, αλλά και για το σημερινό κυβερνητικό σχήμα, που παρέμεινε επί ένα χρόνο χωρίς να έχει καταλήξει –έστω και τυπικά- σε κάποιου τύπου προγραμματική συμφωνία, γεγονός που μόλις πριν τρεις – τέσσερις ημέρες κατάφερε.
Ο ΣυΡιζΑ σε ποιον κόσμο έχει απήχηση; Ποια είναι η εκλογική του βάση;
Στο χρόνο που πέρασε από τις εκλογές δεν έχει υπάρξει κάποια ουσιαστική διαφοροποίηση στην εκλογική βάση του ΣυΡιζΑ. Παραμένουν οι συσχετισμοί στα ίδια επίπεδα και έχει πολύ συγκεκριμένα κοινωνικά χαρακτηριστικά: είναι ο κόσμος των αστικών κέντρων, της μισθωτής εργασίας, των ανέργων και της νεολαίας. Ένα μεγάλο τμήμα αυτού του εκλογικού μπλοκ ψήφιζε παλαιότερα το ΠαΣοΚ. Αυτό βεβαίως χρησιμοποιείται ως επιχείρημα για να συκοφαντηθεί ο ΣυΡιζΑ. Θα ήθελα να τονίσω, όμως, ότι η ψήφος συνιστά έναν ψυχολογικό και πολιτικό δεσμό. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να χάσει κάποιο κόμμα την επιρροή του, αλλά ότι υπάρχει ήδη ένας βαθμός παγίωσης της σχέσης εκπροσώπησης αυτών των στρωμάτων, που βεβαίως κρίνεται διαρκώς πολιτικά. Γενικά, η σχέση εκπροσώπησης κρίνεται στην πολιτική που ακολουθούν τα κόμματα.
Η μετακίνηση των στρωμάτων του ΠαΣοΚ στον ΣυΡιζΑ έχει δημιουργήσει νέες «υποχρεώσεις» στην ηγεσία του; Τον αναγκάζει να ρίξει τους τόνους;
Χωρίς να είμαι ο αρμοδιότερος να απαντήσω, γνωρίζουμε από την πολιτική ιστορία, ότι η μετακίνηση της αριστεράς προς το κέντρο, τις περισσότερες φορές έχει αποδειχθεί πολιτικά αναποτελεσματική, αλλά και εκλογικά εσφαλμένη.
Η βασική πολιτική διαφορά, όσον αφορά την επιρροή των δύο κομμάτων, έγκειται στη στήριξη ή όχι του μνημονίου;
Νομίζω ότι ισχύει η διαίρεση αυτή και όσοι την αρνούνται, στην ουσία υποκρύβουν και συσκοτίζουν την ανοικτή υποστήριξή τους στην ασκούμενη πολιτική.
Υποβάθμιση των εκλογών
Τον Μάιο θα έχουμε διπλή κάλπη. Από τη στιγμή που οι αυτοδιοικητικές εκλογές έχουν τελείως διαφορετικό διακύβευμα από τις ευρωεκλογές, τι συνέπειες θα έχει η ταυτόχρονη εκλογική αναμέτρηση;
Οι διπλές εκλογές συνιστούν, κατά τη γνώμη μου, θεσμική υποβάθμιση της θέσης των εκλογών, υπό το «λαϊκιστικό» πρόσχημα της εξοικονόμησης εξόδων. Βέβαια, τα επιτελεία που σχεδιάζουν αυτά τα σενάρια, επιδιώκουν να θολώσουν τα νερά, να μην υπάρξει καθαρό πολιτικό μήνυμα από το εκλογικό αποτέλεσμα. Πιστεύω, όμως, ότι λόγω της ιστορικής πολιτικής κουλτούρας της χώρας και της ριζωμένης παράδοσης του κοινοβουλευτισμού στο εκλογικό σώμα δεν θα είναι εύκολο να συμβεί αυτό.
Συζητείται, πάντως, ακόμα και το σενάριο της τριπλής κάλπης...
Η περίπτωση να διεξαχθούν ταυτόχρονα τρεις εκλογικές αναμετρήσεις, κατά το «3 σαμπουάν σε ένα!», συνιστούν την απόλυτη θεσμική απαξίωση της εκλογικής διαδικασίας. Δεν είναι δυνατόν να τσουβαλιάζονται οι εκλογές που θα έπρεπε να αποτελούν την κορυφαία στιγμή στη δημοκρατική διαδικασία. Το εκλογικό σώμα θα κληθεί να «συζητήσει», να τοποθετηθεί και να αποφασίσει, ταυτόχρονα, για το δήμαρχο και την πόλη του, την ανάπτυξη της περιφέρειας, το μέλλον της Ευρώπης και τη διακυβέρνηση της χώρας! Παρόμοια μεθόδευση θα προκαλέσει επομένως σημαντική σύγχυση ως προς το διακύβευμα και αποπροσανατολισμό στο εκλογικό σώμα, πριμοδοτώντας ταυτόχρονα την αποπολιτικοποίηση, ενώ την ίδια στιγμή η κοινή γνώμη γίνεται περισσότερο ευάλωτη στην προπαγάνδα και τις διαφημιστικές εκστρατείες. Τα πολιτικά κόμματα δεν θα πρέπει να δεχθούν κάτι, που ολοκληρώνει την απαξίωση του κοινοβουλευτισμού, που ζούμε τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα.
«Δεν υπάρχει ηγετική ομάδα για την κεντροαριστερά»
Γίνεται και πάλι μια προσπάθεια ανασύστασης της Κεντροαριστεράς, με τελευταία την «κίνηση των 58». Υπάρχει χώρος για την Κεντροαριστερά σήμερα;
Υπάρχει πράγματι ένα τμήμα του εκλογικού σώματος, που μπορεί να προσεγγίζει το 10% έως 15%, που ως ένα βαθμό εγκαλείται ιστορικά από αντιδεξιές αντιλήψεις, το οποίο όμως, ταυτόχρονα, φοβάται την άνοδο της αριστεράς ή διστάζει, σε συνθήκες πόλωσης, να προσανατολιστεί προς την αριστερά. Επομένως, υπάρχει βάση για την ανασύνθεση της κεντροαριστεράς. Το εγχείρημα, όμως, σήμερα σκοντάφτει καταρχήν στο ζήτημα της ηγεσίας. Αν κάνουμε μια ιστορική σύγκριση, με την περίοδο μετά το 1958 και τις διεργασίες που έγιναν, μετά την άνοδο της Αριστεράς, για τη δημιουργία της Ένωσης Κέντρου, το 1961, διαπιστώνουμε ότι τότε υπήρχαν ηγέτες, όπως ο Γεώργιος Παπανδρέου και ο Σοφοκλής Βενιζέλος, οι οποίοι μπόρεσαν να εκφράσουν αυτό το ρεύμα. Σήμερα, δεν φαίνεται αυτή η προοπτική. Επίσης, η ιστορική ήττα της αριστεράς στον εμφύλιο, παρά την άνοδο της ΕΔΑ, το 1958, λειτουργούσε σε ολόκληρη την μετεμφυλιακή περίοδο, υπέρ του κεντρώου εγχειρήματος. Σήμερα δεν υφίσταται στο εκλογικό σώμα αντίστοιχη ιδεολογική προϋπόθεση. Θα έλεγα πρόκειται για μια κίνηση στελεχών με περιχαρακωμένο ιδεολογικό στίγμα, τα οποία τα τελευταία τέσσερα χρόνια ανακυκλώνονται σε διάφορες παρεμφερείς πρωτοβουλίες κορυφής, χωρίς κάποιο αξιόλογο πολιτικό αποτέλεσμα. Γι' αυτό νομίζω ότι οι πιθανότητες να πετύχει το συγκεκριμένο εγχείρημα είναι μικρές, παρότι η κρίση εκπροσώπησης εξακολουθεί να παραμένει ανοικτή.
Δεν χρειάζεται, όμως, το πολιτικό σύστημα ένα ανάχωμα στον ΣυΡιζΑ;
Ακριβώς το ρόλο του αναχώματος προσπαθεί να παίξει αυτή η κίνηση. Αλλά για να φτιάξεις ανάχωμα πρέπει να υπάρχουν και τα κατάλληλα υλικά.
Η παρέμβαση Σημίτη θα μπορούσε να καλύψει την έλλειψη ηγεσίας;
Ο κ. Σημίτης παραμένει μια εφεδρεία. Έχει υποστεί, βεβαίως, πολύ μεγάλη φθορά και δεν χαίρει πλέον της κοινωνικής αποδοχής, που κάποτε απολάμβανε. Φυσικά, αν μιλάμε για δυνάμεις της τάξης του 5% έως 10%, νομίζω ότι είναι επαρκής.
Η θεωρία των δύο άκρων τελικά ωφελεί τη Νέα Δημοκρατία δημοσκοπικά;
Ακούγεται ως παράδοξο, αλλά η πόλωση μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων και η ενεργοποίηση της «θεωρίας των δύο άκρων», λόγω του φόβου που προκαλεί, ενδεχομένως να στρέφεται μπούμερανγκ, εναντίον της ΝΔ και να ευνοεί συγκυριακά τις κοινωνικά μετριοπαθείς και πολιτικά «κεντρομόλες» δυνάμεις: το ΠαΣοΚ και τη ΔημΑρ.
Τη συνέντευξη πήραν η Ιωάννα Δρόσου και ο Θόδωρος Μιχόπουλος
Η κυβέρνηση φαίνεται να αντιμετωπίζει εσωτερικές αναταράξεις, ενώ, ταυτόχρονα, δέχεται πιέσεις από την τρόικα για περαιτέρω μέτρα. Ο κυβερνητικός συνασπισμός βρίσκεται σε ασταθή ισορροπία;
Με βάση την εμπειρία που έχουμε αποκομίσει από τις κοινωνικές συγκρούσεις και τις πολιτικές αντιπαραθέσεις, ύστερα από την τετραετή εφαρμογή των μνημονιακών πολιτικών, θα πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί. Μέχρι στιγμής, παρά το μέγεθος των πολιτικών που εφαρμόστηκαν, η κυβέρνηση δεν έχει καταρρεύσει. Τα δύο κυβερνητικά σχήματα που έχουν προηγηθεί [κυβερνήσεις Γ. Παπανδρέου και Λ. Παπαδήμου] αποδοκιμάστηκαν. Αυτή τη στιγμή, έχουμε την τρίτη κυβέρνηση που δοκιμάζεται, η οποία, όμως, παρότι έχει εφαρμόσει σκληρότατα μέτρα, έχει καταφέρει να διατηρηθεί. Προσπάθησε, μάλιστα, αν και ανεπιτυχώς, τουλάχιστον δύο φορές, με την ΕΡΤ και το “success story” να ανακτήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Οπωσδήποτε, η κυβέρνηση δέχεται πιέσεις και εισπράττει κοινωνική δυσαρέσκεια. Αυτή η δυσαρέσκεια, όταν αρχίσουν οι κατασχέσεις της ακίνητης περιουσίας, πιθανότατα θα ενταθεί. Αυτό, βεβαίως, δεν σημαίνει ότι μπορεί να καταρρεύσει από μόνη της. Μπορεί, ωστόσο, να προκληθεί ατύχημα, ύστερα από την επίδραση τυχαίων παραγόντων.
Η Χρυσή Αυγή επιδρά στις εξελίξεις
Η ΝΔ ανέκτησε μέρος των χαμένων δυνάμεών της που είχαν προσφύγει στη Χρυσή Αυγή, ύστερα από τη σύλληψη της ηγεσίας του νεοναζιστικού μορφώματος;
Η επιχείρηση σύλληψης της ηγεσίας, της ποινικής δίωξης και της προσπάθειας επικοινωνιακής αποδόμησης της Χρυσής Αυγής μπορεί να ανέκοψε τη δυναμική, αλλά σε καμία περίπτωση δεν επέλυσε το θέμα της εκπροσώπησης αυτής της μερίδας του εκλογικού σώματος που έχει ταχθεί στο νεοφασιστικό ρεύμα. Βέβαια, παραμένει ανοιχτό ακόμα το κατά πόσο η στρατηγική εφαρμογής του νόμου και της τάξης, όπως εκφράστηκε από τον κ. Δένδια, θα πετύχει το στόχο της, που είναι η ανάληψη της εκπροσώπησης και η επανενσωμάτωση, στη βάση μιας ακροδεξιάς ατζέντας, του τμήματος εκείνου του εκλογικού σώματος που είναι απαραίτητο για να διασφαλιστεί ανοικτά η εκλογική νίκη της ΝΔ. Γι' αυτό τονίζω, ότι η ιστορία της Χρυσής Αυγής είναι κρίσιμη, με δεδομένη την πρωτοφανή ισοδυναμία των δύο μεγαλύτερων κομμάτων, και θα επιδράσει άμεσα τις πολιτικές εξελίξεις.
Η επιχείρηση εναντίον της Χρυσής Αυγής, με τον τρόπο που έγινε, είχε και επικοινωνιακό χαρακτήρα, όπως επισήμανες. Τελικά, πόσο μεγάλο τμήμα της κοινωνίας αυτοπροσδιορίζεται στο νεοφασιστικό ρεύμα;
Η αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής ως φαινόμενο, είναι προφανές ότι δεν μπορεί να επιτευχθεί απλώς με την ποινική δίωξη ή με την προπαγάνδα των μέσων ενημέρωσης. Όπως αποδείχθηκε, είναι ένα φαινόμενο πολύ πιο ριζωμένο στους κρατικούς μηχανισμούς και στην κοινωνία. Η επικοινωνιακή καταιγίδα είχε περιορισμένα αποτελέσματα και ένας από τους λόγους είναι οπωσδήποτε και η κρίση εμπιστοσύνης προς τα μέσα ενημέρωσης. Θεωρώ πολύ δύσκολο η βάση της Χρυσής Αυγής να μειωθεί σε μονοψήφιο αριθμό, ιδίως στις επερχόμενες Ευρωεκλογές. Για αυτό και το ζήτημα της περαιτέρω νομικής της αντιμετώπισης παραμένει στους κυρίαρχους κύκλους, εντός και εκτός, ανοικτό.
Συνδυάζεται μ’ αυτό το συμπέρασμά σας η ακροδεξιά στροφή ενός κομματιού της ΝΔ;
Η κοινωνική πόλωση, που αναπόφευκτα έχει φέρει το μνημόνιο στην ελληνική κοινωνία, οδηγεί και στην πολιτική πόλωση και με αυτήν την έννοια είναι αρκετά «πραγματιστική» η επιστροφή ενός τμήματος της συντηρητικής παράταξης, σε πιο ακραία και πολωτικά ιδεολογήματα. Η δεξιά σε συνθήκες κρίσης δεν μπορεί να είναι «κεντροδεξιά», ούτε «μετριοπαθής». Τουλάχιστον η ελληνική προδικτατορική πολιτική ιστορία παρέχει αρκετές ενδείξεις για αυτό. Η στρατηγική της έντασης υλοποιείται ήδη από τον Ιούνιο του 2012, με την αναβίωση των εμφυλιοπολεμικών ιδεολογημάτων. Σήμερα, μετά τη ρήξη με τη Χρυσή Αυγή, αλλάζει χαρακτήρα. Το κέντρο βάρους της εφαρμογής της, ενδέχεται να μετατοπισθεί από το διαμορφωμένο «εγκληματικό παρακράτος», προς τους τυπικούς κρατικούς μηχανισμούς.
Αδύναμος δικομματισμός
Βλέποντας τις δημοσκοπήσεις από τις εκλογές μέχρι σήμερα, η ΝΔ και ο ΣυΡιζΑ εμφανίζονται ως ισόρροπες δυνάμεις. Πιστεύετε ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα νέο δικομματισμό;
Ήδη από τις εκλογές του 2012, μετά την κατάρρευση του ΠαΣοΚ και της παλιάς ΝΔ, διαμορφώθηκε ένας μεταβατικός, συρρικνωμένος και ισοδύναμος δικομματισμός, όχι στα επίπεδα του 80-85% που υπήρξε στη μεταπολίτευση, αλλά στα επίπεδα του 60%. Ο νέος δικομματισμός είναι εξαιρετικά ισορροπημένος. Θυμίζω, ότι με βάση το Πολιτικό Βαρόμετρο της Public Issue, που δημοσιευόταν μέχρι τον Σεπτέμβριο στον Σκάι, από τον Ιανουάριο μέχρι σήμερα, τέσσερις φορές είχε καταγραφεί στις μηνιαίες μετρήσεις προβάδισμα της ΝΔ και άλλες τόσες του ΣυΡιζΑ. Θα έλεγα, λοιπόν, ότι έχει διαμορφωθεί ένας ισχνότερος δικομματισμός, που επιβάλλει και στην Ελλάδα τις κυβερνήσεις συνεργασίας, αν και πάντοτε με βασικό κορμό το πρώτο κόμμα, ο οποίος όμως δεν μπορεί να λειτουργήσει πλέον ως αμιγής δικομματισμός, αλλά περισσότερο ως διπολισμός.
Ο νέος εκλογικός συσχετισμός, όπως αναφέρατε επιβάλλει κυβερνήσεις συνεργασίας. Θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε ότι διαμορφώνονται δύο κυρίαρχοι πόλοι;
Επειδή ο δικομματισμός δεν αθροίζει πάνω από 60%, στην ουσία είναι απαραίτητη η συνεργασία του πρώτου κόμματος με άλλα κόμματα. Αυτό θέτει, λοιπόν, το ζήτημα των συμμαχιών και βλέπουμε τις δυσκολίες που ανακύπτουν και για την αριστερά, που δεν το έχει απαντήσει αξιόπιστα, αλλά και για το σημερινό κυβερνητικό σχήμα, που παρέμεινε επί ένα χρόνο χωρίς να έχει καταλήξει –έστω και τυπικά- σε κάποιου τύπου προγραμματική συμφωνία, γεγονός που μόλις πριν τρεις – τέσσερις ημέρες κατάφερε.
Ο ΣυΡιζΑ σε ποιον κόσμο έχει απήχηση; Ποια είναι η εκλογική του βάση;
Στο χρόνο που πέρασε από τις εκλογές δεν έχει υπάρξει κάποια ουσιαστική διαφοροποίηση στην εκλογική βάση του ΣυΡιζΑ. Παραμένουν οι συσχετισμοί στα ίδια επίπεδα και έχει πολύ συγκεκριμένα κοινωνικά χαρακτηριστικά: είναι ο κόσμος των αστικών κέντρων, της μισθωτής εργασίας, των ανέργων και της νεολαίας. Ένα μεγάλο τμήμα αυτού του εκλογικού μπλοκ ψήφιζε παλαιότερα το ΠαΣοΚ. Αυτό βεβαίως χρησιμοποιείται ως επιχείρημα για να συκοφαντηθεί ο ΣυΡιζΑ. Θα ήθελα να τονίσω, όμως, ότι η ψήφος συνιστά έναν ψυχολογικό και πολιτικό δεσμό. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να χάσει κάποιο κόμμα την επιρροή του, αλλά ότι υπάρχει ήδη ένας βαθμός παγίωσης της σχέσης εκπροσώπησης αυτών των στρωμάτων, που βεβαίως κρίνεται διαρκώς πολιτικά. Γενικά, η σχέση εκπροσώπησης κρίνεται στην πολιτική που ακολουθούν τα κόμματα.
Η μετακίνηση των στρωμάτων του ΠαΣοΚ στον ΣυΡιζΑ έχει δημιουργήσει νέες «υποχρεώσεις» στην ηγεσία του; Τον αναγκάζει να ρίξει τους τόνους;
Χωρίς να είμαι ο αρμοδιότερος να απαντήσω, γνωρίζουμε από την πολιτική ιστορία, ότι η μετακίνηση της αριστεράς προς το κέντρο, τις περισσότερες φορές έχει αποδειχθεί πολιτικά αναποτελεσματική, αλλά και εκλογικά εσφαλμένη.
Η βασική πολιτική διαφορά, όσον αφορά την επιρροή των δύο κομμάτων, έγκειται στη στήριξη ή όχι του μνημονίου;
Νομίζω ότι ισχύει η διαίρεση αυτή και όσοι την αρνούνται, στην ουσία υποκρύβουν και συσκοτίζουν την ανοικτή υποστήριξή τους στην ασκούμενη πολιτική.
Υποβάθμιση των εκλογών
Τον Μάιο θα έχουμε διπλή κάλπη. Από τη στιγμή που οι αυτοδιοικητικές εκλογές έχουν τελείως διαφορετικό διακύβευμα από τις ευρωεκλογές, τι συνέπειες θα έχει η ταυτόχρονη εκλογική αναμέτρηση;
Οι διπλές εκλογές συνιστούν, κατά τη γνώμη μου, θεσμική υποβάθμιση της θέσης των εκλογών, υπό το «λαϊκιστικό» πρόσχημα της εξοικονόμησης εξόδων. Βέβαια, τα επιτελεία που σχεδιάζουν αυτά τα σενάρια, επιδιώκουν να θολώσουν τα νερά, να μην υπάρξει καθαρό πολιτικό μήνυμα από το εκλογικό αποτέλεσμα. Πιστεύω, όμως, ότι λόγω της ιστορικής πολιτικής κουλτούρας της χώρας και της ριζωμένης παράδοσης του κοινοβουλευτισμού στο εκλογικό σώμα δεν θα είναι εύκολο να συμβεί αυτό.
Συζητείται, πάντως, ακόμα και το σενάριο της τριπλής κάλπης...
Η περίπτωση να διεξαχθούν ταυτόχρονα τρεις εκλογικές αναμετρήσεις, κατά το «3 σαμπουάν σε ένα!», συνιστούν την απόλυτη θεσμική απαξίωση της εκλογικής διαδικασίας. Δεν είναι δυνατόν να τσουβαλιάζονται οι εκλογές που θα έπρεπε να αποτελούν την κορυφαία στιγμή στη δημοκρατική διαδικασία. Το εκλογικό σώμα θα κληθεί να «συζητήσει», να τοποθετηθεί και να αποφασίσει, ταυτόχρονα, για το δήμαρχο και την πόλη του, την ανάπτυξη της περιφέρειας, το μέλλον της Ευρώπης και τη διακυβέρνηση της χώρας! Παρόμοια μεθόδευση θα προκαλέσει επομένως σημαντική σύγχυση ως προς το διακύβευμα και αποπροσανατολισμό στο εκλογικό σώμα, πριμοδοτώντας ταυτόχρονα την αποπολιτικοποίηση, ενώ την ίδια στιγμή η κοινή γνώμη γίνεται περισσότερο ευάλωτη στην προπαγάνδα και τις διαφημιστικές εκστρατείες. Τα πολιτικά κόμματα δεν θα πρέπει να δεχθούν κάτι, που ολοκληρώνει την απαξίωση του κοινοβουλευτισμού, που ζούμε τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα.
«Δεν υπάρχει ηγετική ομάδα για την κεντροαριστερά»
Γίνεται και πάλι μια προσπάθεια ανασύστασης της Κεντροαριστεράς, με τελευταία την «κίνηση των 58». Υπάρχει χώρος για την Κεντροαριστερά σήμερα;
Υπάρχει πράγματι ένα τμήμα του εκλογικού σώματος, που μπορεί να προσεγγίζει το 10% έως 15%, που ως ένα βαθμό εγκαλείται ιστορικά από αντιδεξιές αντιλήψεις, το οποίο όμως, ταυτόχρονα, φοβάται την άνοδο της αριστεράς ή διστάζει, σε συνθήκες πόλωσης, να προσανατολιστεί προς την αριστερά. Επομένως, υπάρχει βάση για την ανασύνθεση της κεντροαριστεράς. Το εγχείρημα, όμως, σήμερα σκοντάφτει καταρχήν στο ζήτημα της ηγεσίας. Αν κάνουμε μια ιστορική σύγκριση, με την περίοδο μετά το 1958 και τις διεργασίες που έγιναν, μετά την άνοδο της Αριστεράς, για τη δημιουργία της Ένωσης Κέντρου, το 1961, διαπιστώνουμε ότι τότε υπήρχαν ηγέτες, όπως ο Γεώργιος Παπανδρέου και ο Σοφοκλής Βενιζέλος, οι οποίοι μπόρεσαν να εκφράσουν αυτό το ρεύμα. Σήμερα, δεν φαίνεται αυτή η προοπτική. Επίσης, η ιστορική ήττα της αριστεράς στον εμφύλιο, παρά την άνοδο της ΕΔΑ, το 1958, λειτουργούσε σε ολόκληρη την μετεμφυλιακή περίοδο, υπέρ του κεντρώου εγχειρήματος. Σήμερα δεν υφίσταται στο εκλογικό σώμα αντίστοιχη ιδεολογική προϋπόθεση. Θα έλεγα πρόκειται για μια κίνηση στελεχών με περιχαρακωμένο ιδεολογικό στίγμα, τα οποία τα τελευταία τέσσερα χρόνια ανακυκλώνονται σε διάφορες παρεμφερείς πρωτοβουλίες κορυφής, χωρίς κάποιο αξιόλογο πολιτικό αποτέλεσμα. Γι' αυτό νομίζω ότι οι πιθανότητες να πετύχει το συγκεκριμένο εγχείρημα είναι μικρές, παρότι η κρίση εκπροσώπησης εξακολουθεί να παραμένει ανοικτή.
Δεν χρειάζεται, όμως, το πολιτικό σύστημα ένα ανάχωμα στον ΣυΡιζΑ;
Ακριβώς το ρόλο του αναχώματος προσπαθεί να παίξει αυτή η κίνηση. Αλλά για να φτιάξεις ανάχωμα πρέπει να υπάρχουν και τα κατάλληλα υλικά.
Η παρέμβαση Σημίτη θα μπορούσε να καλύψει την έλλειψη ηγεσίας;
Ο κ. Σημίτης παραμένει μια εφεδρεία. Έχει υποστεί, βεβαίως, πολύ μεγάλη φθορά και δεν χαίρει πλέον της κοινωνικής αποδοχής, που κάποτε απολάμβανε. Φυσικά, αν μιλάμε για δυνάμεις της τάξης του 5% έως 10%, νομίζω ότι είναι επαρκής.
Η θεωρία των δύο άκρων τελικά ωφελεί τη Νέα Δημοκρατία δημοσκοπικά;
Ακούγεται ως παράδοξο, αλλά η πόλωση μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων και η ενεργοποίηση της «θεωρίας των δύο άκρων», λόγω του φόβου που προκαλεί, ενδεχομένως να στρέφεται μπούμερανγκ, εναντίον της ΝΔ και να ευνοεί συγκυριακά τις κοινωνικά μετριοπαθείς και πολιτικά «κεντρομόλες» δυνάμεις: το ΠαΣοΚ και τη ΔημΑρ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ευχαριστούμε, για το σχόλιό σας!
Για οποιοδήποτε θέμα, επικοινωνήστε
με το mail του OPENwind NETwork
(openwind13@gmail.com)